(...)
Βλέποντας όλα αυτά ο Σίμος, αναρωτιόταν τι σχέση είχαν με όσα εκείνος γνώριζε, όσα είχε ζήσει και είχε διαπράξει. Καμία!
Κι όμως μέσα από την πραγματικότητα, την οποία ο ίδιος έζησε, έβγαιναν αυτά τα δελτία, που του ήταν τόσο ξένα και τόσο απομακρυσμένα από την αλήθεια που είχε βιώσει. Έβλεπε την αιμάτινη κηλίδα με την αντανάκλαση του αγάλματος της Θέμιδας και έφερε στο νου του μια άλλη αντανάκλαση που, απ' τη στιγμή που την αντίκρυσε, συχνά πυκνά διέγειρε την σκέψη του. Στην Ισταμπούλ, κοντά στο τέμενος του Σουλτάν Αχμέτ, δυτικά της Αγίας Σοφίας, υπάρχει μια υπόγεια δεξαμενή του έκτου αιώνα, μια βασιλική κιστέρνα φταγμένη μάλλον από τον Ιουστινιανό. Σήμερα λέγεται Yerebatan Serai. Κατεβαίνοντας δεκάδες σκαλιά, στα δέκα μέτρα βάθος, αποκαλύπτεται ένα θέαμα μοναδικό. Μια τεράστια αίθουσα υποβασταζόμενη από 336 πολυποίκιλους κίονες με τον κορινθιακό ρυθμό να ξεχωρίζει. Σ' αυτό το οικοδόμημα, μια ατραξιόν με φως και ήχο παρουσιάζει ένα θέαμα φαντασμαγορικό. Το είχε επισκεφθεί πριν από χρόνια ο Σίμος το Yerebatan και τώρα ξανασκεφτόταν εκείνο που είχε δει σε μια από τις κολώνες.
Στη βάση της υπάρχει σκαλισμένη μια τεράστια κεφαλή της Μέδουσας. Το παράξενο είναι πως το άγαλμα στο Yerebatan είναι λαξεμένο ανάποδα, μια κεφαλή αντεστραμμένη. Αρχικά φαίνεται ακατανόητο γιατί να υπάρχει αυτή η αντιστροφή. Όταν όμως ο θεατής βρεθεί σε κάποια απόσταση, ανακαλύπτει πως το άγαλμα αντανακλάται στα ακίνητα νερά της δεξαμενής και η αντανάκλασή του παρουσιάζει το είδωλο ορθό. Γιατί τα νερά του Yerebatan είναι το στοιχείο που μαγνητίζει το βλέμμα του επισκέπτη-θεατή. Ο Σίμος σκέφτηκε πως ο αρχιτέκτονας του υδραγωγείου είχε κάνει κάτι εκπληκτικό. Είχε κατασκευάσει μια αντεστραμμένη πραγματικότητα με μόνο στόχο και λόγο αυτή η πραγματικότητα να υπηρετεί το είδωλό της μέσα στα νερά, εκεί που θα παγιδευόταν το βλέμμα. Υποχθόνια τεχνάσματα του αρχιτέκτονα του έκτου αιώνα, που ίσως είχε υποψιαστεί πως και η εποχή του προτιμούσε το φαίνεσθαι από το είναι.
Ίσως πάλι η αντιστροφή να έγινε γιατί ο αρχιτέκτονας ήθελε να υπηρετήσει το μύθο της Μέδουσας, σύμφωνα με τον οποίο το βλέμμα της φέρνει τον τρόμο σε όποιον διασταυρώσει τη ματιά του μαζί της. Μάλιστα όποιος την αντικρύσει μαρμαρώνει. Ο Περσέας, που με τη βοήθεια των θεών ανέλαβε να την αντιμετωπίσει, χρησιμοποίησε ένα τέχνασμα: Προσδιόρισε τη θέση της Γοργούς, κοιτάζοντας την αντανάκλασή της στην επιφάνεια μιας ασπίδας ή, κατά μια άλλη εκδοχή, κοιτάζοντας το είδωλό της μέσα στα νερά. Αποφεύγοντας το απολιθωτικό της βλέμμα, κατόρθωσε να την αποκεφαλίσει με το σπαθί του. Η Μέδουσα εξακολουθεί όμως και ως ασώματος κεφαλή να διατηρεί τις ιδιότητές της. Το βλέμμα του θανάτου διατηρεί την ισχύ του. Γι' αυτό και ο Περσέας σε όλες τις παραστάσεις φέρεται να κρατά το κεφάλι της Μέδουσας προς τους εχθρούς, απολιθώνοντάς τους.
Ακόμη, είναι πιθανό, αν συνυπολογίσουμε το γεγονός πως τα υλικά με τα οποία φτιάχτηκε το Yerebatan ήταν ευρήματα προγενέστερα, φερμένα από άλλα μέρη κι άλλες εποχές, το κομμάτι με τη Μέδουσα να κατέληξε να συνθέσει εκείνη την αντιστροφή εντελώς τυχαία, επειδή έτσι βόλευε τους τεχνίτες στη στατική της κολώνας και του υπόγειου οικοδομήματος.
Το τηλεοπτικό παραλήρημα εξακολουθούσε να δοκιμάζει τα νεύρα του Σίμου. Τα μονταρισμένα ρεπορτάζ δεν ήταν παρά μια ανασύνθεση αποσπασματικών στοιχείων που, μέσα στην τυχαία ή προμελετημένη αναδιάταξή τους, δημιουργούσαν την εντύπωση μιας άλλης πραγματικότητας. Ο Σίμος συλλογίστηκε πως αν στο Yerebatan τα νερά παγιδεύουν το βλέμμα, σήμερα ο τόπος του παραπλανημένου βλέμματος του θεατή είναι το γυαλί της τηλεόρασης, που αντιστρέφει την πραγματικότητα χωρίς να την παρουσιάζει, γιατί αξία δίνει μόνο στη θεαματική της διάσταση, στο αντεστραμμένο της είδωλο που εμφανίζεται σαν η μοναδική αλήθεια.
Έφερε στη μνήμη του την ίσαλο γραμμή που χώριζε το Yerebatan στα δύο: Απ' τη μια το μάρμαρο και απ' την άλλη η εικόνα του μέσα στα νερά, πραγματική κι αυτή. Την ίσαλο γραμμή που δεν ήταν μόνο το σημείο του διαχωρισμού, αλλά και η περιοχή της συνάντησής τους. Αφού μέσα σε κάθε πλευρά υπήρχε η ρητή συγκατάθεση προς την άλλη. Γι' αυτό κι έμοιαζε να αποτελεί την προέκταση άλλων διαχωριστικών γραμμών στις οποίες ο Σίμος είχε σχοινοβατήσει ανάμεσα στη μέρα και στη νύχτα, στον πολιτισμό και στην αγριότητα, στο ιδιωτικό και στο δημόσιο, στο δίκιο και στο άδικο.
(...)
Αποστρέφοντας το βλέμμα του από το γυαλί της τηλεόρασης, μονολόγησε ψιθυριστά σαν ν' απαντούσε στον τηλεπαρουσιαστή, ίσως και στους θεατές:
"Κρατηθείτε απ' τα σωσίβια της φαινομενικότητας. Απύθμενο το βάθος των πραγμάτων.
Καταδύομαι..."
Πρόκειται για απόσπασμα από το "Yerebatan", το πρώτο βιβλίο του Γιάννη Μπουκετσίδη (εκδόσεις Βιβλιοπέλαγος, 1998).
Κάτι από 'δω, κάτι από 'κεί, έτυχε να επανέλθει στη μνήμη μου το εν λόγω βιβλίο. Το συνιστώ.