Παρασκευή, Οκτωβρίου 12, 2007

ΠΕΙΤΕ ΝΑ 'ΡΘΟΥΝ ΘΕΟΛΟΓΟΙ, ΕΙΝΑΙ ΣΟΒΑΡΟΙ ΟΙ ΛΟΓΟΙ...

Στον αρχαίο κόσμο, προστάτης των ικετών εθεωρείτο -πέρα από το Δία και τη Θέμιδα- ο Απόλλων
(Βλέπε σχετικά: Αισχύλου, Ευμενιδες:
"Μάρτυρας ήρθα. Κατά το νόμο, ο κατηγορούμενος ικέτης μου είναι και στο βωμό μου πρόσπεσε. Εγώ τον εξάγνισα. Και ήρθα συνήγορος. Στη μητροκτονία του συναίτιος είμαι")
Αυτό το ήξεραν ακόμα και οι πέτρες (οι αρχαίες πέτρες, τουλάχιστον).

Κατά συνέπεια, ο ικέτης (που είχε κοτζάμ προστάτη, ήτοι τον Απόλλωνα), εθεωρείτο κάτι σαν ιερό πρόσωπο. Σου λέει ο άλλος "δεν είναι και μικρό πράγμα να σε προστατεύει ο Απόλλων... Για να σε προστατεύει ο Απόλλων, αυτό σημαίνει πως είσαι αξιόλογο άτομο... Αν ήσουν απλώς κυνηγημένος και παπατζής και ξεφτίλας, δεν θα σε προστάτευε ο Απόλλων..."
Μετρημένα κουκιά ήταν το ζήτημα, δηλαδή. Τους ικέτες πρέπει να τους σεβόμαστε, επειδή τους τιμά με τη φιλία του ο Απόλλων. Τελεία και παύλα.

Βέβαια οι μικρασιάτες Κυμαίοι, σε κάποια δόση την είδαν αλλιώς τη φάση, και κινδύνεψαν να αφανιστούν. Το σκηνικό το περιγράφει ο Ηρόδοτος στο πρώτο βιβλίο των ιστοριών του (Ηροδ Α: 150-160 περίπου) και έχει κάπως έτσι:

Ο Κύρος καταλαμβάνει τη Λυδία. Συλλαμβάνει το βασιλιά της Λυδίας τον Κροίσο, τον απαγάγει (κάτι ανάμεσα σε σύμβουλο και αιχμάλωτο) και τοποθετεί στην πρωτεύουσα της Λυδίας, τις Σάρδεις, ως τοπάρχη, έναν τυπάκο που λεγόταν Τάβαλος.
Ένας άλλος τυπάκος που λεγόταν Πακτύης (που πιθανότατα ήταν αγωνιστής για την ελευθερία της Λυδίας), ιδρύει το λυδικό ΡΚΚ-Πεκακά, και ξεκινάει τον αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία της Λυδίας.
Γίνεται μεγάλο μπάχαλο, και εν τέλει ο Πακτύης νικημένος, κυνηγημένος και ικέτης, καταλήγει στην Κύμη της Μικράς Ασίας. Οι Πέρσες, στέλνουν τελεσίγραφο στους Κυμαίους, ότι αν δεν παραδώσουν τον επαναστάτη Πακτύη, θα γίνει μεγάλος τσαμπουκάς και θα χυθεί αίμα.

Οι Κυμαίοι φοβήθηκαν. Άνθρωποι ήταν και φοβήθηκαν. Εκείνη την εποχή ήταν μεγάλο ζόρι να τα βάλεις με τους Πέρσες, ανθρώπινο ήταν να φοβηθούν οι Κυμαίοι, θα πει κάποιος.
(Προσωπικά, διαφωνώ με αυτό το σκεπτικό. Ή έχουμε αξίες, ή δεν έχουμε. Αν όντως έχουμε αξίες, δεν τις χρησιμοποιούμε απλώς για ντεκόρ. Ούτε τις θέτουμε υπό αμφισβήτηση στο πρώτο φύσημα του ανέμου. Και μια από τις αξίες εκείνη την εποχή, έλεγε πως οι ικέτες (σαν τον Πακτύη, για παράδειγμα), ήταν προστατευόμενοι του Απόλλωνα. Τελεία και παύλα. Το να παραδίδεις ικέτη, σήμαινε πως ανοιγεις κακές παρτίδες με τον Απόλλωνα).

Οι Κυμαίοι λοιπόν, φοβισμένοι, θεώρησαν σκόπιμο να στείλουν απεσταλμένους σε ένα μαντείο εκεί κοντά, και να αναφέρουν το όλο ζήτημα στον Απόλλωνα "τον εν Βραγχίδησι" μπας και άλλαξε άποψη, μπας και έπαψε να είναι προστάτης των ικετών, μπας και μπορούν να παραδώσουν τον συγκεκριμένο ικέτη και να ξεμπερδεύουν.
Παραδόξως, πήραν την απάντηση ότι ναι, τους επιτρέπεται να τον παραδώσουν.

[Άλλος μεγάλος χαβαλές οι Βραγχίδες:
Εντάξει, φιλοπέρσες ήντονε...
Το 479, μετά την ήττα του Ξέρξη στην Ελλάδα και τα αντίποινα των Ελλήνων στα μέχρι τότε περσικά εδάφη, οι Βραγχίδες, που είχαν συνεργαστεί υποδειγματικά με τους Πέρσες κατά των Ελλήνων, ζήτησαν από τον Ξέρξη να τους μετεγκαταστήσει. Το αίτημά τους έγινε αποδεκτό και μετεγκαταστάθηκαν στη Σογδιανή, στις όχθες του Ώξου (Αμού Ντάρυα), όπου έχτισαν ναό του Διδυμαίου Απόλλωνα (νότια του Αμού Ντάρυα στο σημερινό Αφγανιστάν) και μία πόλη, το λεγόμενο Βραγχιδών άστυ (βόρεια του Αμού Ντάρυα στο σημερινό Ουζμπεκιστάν). Το 329, όταν ο Αλέξανδρος πέρασε τον Ώξο, οι Βραγχίδες τον υποδέχθηκαν ενθουσιωδώς, αλλά σύμφωνα με το Διόδωρο, τον Κούρτιο και τα αρχαιολογικά ευρήματα στην περιοχή, εκείνος έσφαξε τους κατοίκους και αφάνισε την πόλη. Βλέπε σχετικά]

Όμως ένας Κυμαίος "ανήρ των αστών εών δόκιμος" που λεγότανε Αριστόδικος, στραβομουτσούνιασε μόλις άκουσε τα μαντάτα από το μαντείο των Βραγχιδων. Σου λέει "εντάξει, πουλημένα τομάρια είναι οι Βραγχίδες... Ο Απόλλων όμως?" Κατάλαβε ο Αριστόδικος ότι κοτζάμ Απόλλων δεν μπορεί να άλλαξε ιδιότητες και χαρακτήρα. Εντάξει, πάνε στο διάολο οι Βραγχίδες... Ο Απόλλων όμως?
Κάτι πήγαινε στραβά με το ζήτημα.

Απαίτησε λοιπόν ο Αριστόδικος να ξανασταλεί αντιπροσωπεία "ες Βραγχίδας" και να ξαναρωτήσουν τον θεό για το ζήτημα της παράδοσης του Πακτύη. Στην νέα αποστολή, μετείχε και ο ίδιος ο Αριστόδικος, που ανέλαβε να διατυπώσει σαφέστερα το ερώτημα:

"Ώναξ, ήλθε παρ' ημέας ικέτης Πακτύης ο Λυδός φεύγων θάνατον βίαιον προς Περσέων. Οι δε μιν εξαιτέονται προείναι Κυμαίους κελεύοντες. Ημείς δε δειμαίνοντες την Περσέων δύναμιν, τον ικέτην ες τόδε ου τετολμήκαμεν εκδιδόναι, πριν αν από σέο ημίν δηλωθή ατρεκέως οκότερα ποιέωμεν"
Το έθεσε δηλαδή γενικότερα ο Αριστόδικος. Εξηγεί στο θεό, ότι ο Πακτύης δεν είναι ένας απλός μαλάκας, αλλά είναι ικέτης, δηλαδή προστατευόμενος του θεού. Επίσης, εξηγεί ότι ο Πακτύης δεν κινδυνεύει απλώς να του δημεύσουν την περιουσία ας πούμε, αλλά κινδυνεύει η ίδια του η ζωή. Τέλος, ζητάει από τον θεό να "ξηγηθεί ντόμπρα", δηλαδή σύμφωνα με τις θεϊκές ιδιότητες του, δηλαδή "ατρεκέως".
"Αντρίκια", που λέμε σήμερα.

Κάτι τέτοια έλεγε ο Αριστόδικος, προσπαθώντας να ρίξει τον θεό στο φιλότιμο.
Αλλά ο θεός δεν μάσησε. Ο θεός "έφαινε κελεύων εκδιδόναι Πακτύην Πέρσησι". Το χαβά του ο θεός, με λίγα λόγια: Επέμενε να παραδοθεί ο Πακτύης στους Πέρσες.

Ο Αριστόδικος, που -πιθανώς- ήταν θεολόγος και θεοσεβούμενος, τα πήρε στο κρανίο βλέποντας τον αγαπημένο του θεό να έχει αλλάξει χαρακτήρα. Τσαντισμένος ο Αριστόδικος, άρχισε να κόβει βόλτες γύρω από το ναό και να χαλάει τις φωλιές των σπουργιτιών που είχαν φτιάξει φωλιές γύρω από το ναό.

Λέει ο θρύλος λοιπόν (σύμφωνα με τον Ηρόδοτο), ότι την ώρα που ο τσαντισμένος Αριστόδικος είχε τσακώσει μια σπουργιτοφωλιά και ετοιμαζόταν να τη μπουμπουνήσει στο έδαφος, ακούστηκε η φωνή του θεού μέσα από το ναό, η οποία έλεγε:
"Ρε κόπανε ανοσιότατε των ανθρώπων, τι τάδε τολμάς ποιέειν? Τους ικέτας μεό εκ του ναού κεραϊζεις"?
(Εκείνη την εποχή, όταν έλεγαν "κεραϊζεις" εννοούσαν κάτι σε στυλ "τους χαλάς το σπίτι", αλλά εννοούσαν και κάτι σε στυλ "τους θανατώνεις").

Αυτή την ευκαιρία έψαχνε ο Αριστόδικος για να ξηγηθεί στο θεό ως εξής:
"Ώναξ, αυτός μεν ούτω τοις ικέτησι βοηθέεις, Κυμαίους δε κελεύεις τον ικέτην εκδιδόναι"?
(Σα να λέμε: "Όπα ρε μάστορη, τωρα σε επιασε η ευαισθησία? εσύ που έσκασες μύτη τώρα για να βοηθήσεις τους ικέτες, πως στα κομμάτια ζητάς από τους Κυμαίους να παραδώσουν έναν ικέτη"?)

Και (λέει ο θρύλος σύμφωνα με τον Ηρόδοτο) ο θεός απάντησε έτσι: "Ναι κελεύω, ίνα γε ασεβήσαντες θάσσον απόλησθε, ως μη το λοιπόν περί ικετέων εκδόσιος έλθητε επί το χρηστήριον".
(Σα να λέμε: "Ναι ρε μπαγλαμάδες, σας παρακινώ να τον παραδώσετε ώστε η πράξη σας αυτή να σας καταστρέψει μια ώρα νωρίτερα, γιατί μου έχετε ζαλίσει τον έρωτα με ερωτήσεις περί του αν πρέπει να παραδίνετε τους ικέτες, δηλαδή με ερωτήσεις περί του εάν εγώ, κοτζάμ θεός, έχω αλλάξει ιδιότητες και χαρακτήρα και αν έπαψα να προστατεύω τους ικέτες. Ενώ θα έπρεπε να ξέρετε ότι αιωνίως θα είμαι προστάτης των ικετών").

Αυτά λέει ο Ηρόδοτος, και συμπληρώνει ότι τελικά οι Κυμαίοι δεν παρέδωσαν τον Πακτύη, αλλά τον έστειλαν στη Μυτιλήνη.

Θεολόγος δεν είμαι, βέβαια, ούτε και θέλω να γίνω. (Ούτε ο Ηρόδοτος ήταν).
Ούτε ιστορικός είμαι. (Θεωρητικά, σύμφωνα με κάποια άποψη, ο Ηρόδοτος ήταν ιστορικός).

Αλλά με βάση την ανωτέρω στιχομυθία του θεού με τον Αριστόδικο, πιστεύω ότι (δοθέντος πως οι θεοί δεν αλλάζουν ιδιότητες και χαρακτήρα), μπορούμε να φτάσουμε σε ένα βασικό συμπέρασμα:

Αυτοί που παραδίδουν ικέτες, θα έχουν κακά μπερδέματα με τον Απόλλωνα, και τελικά θα έχουν κακά ξεμπερδέματα...

(Το αν υπάρχει αντιστοιχία μεταξύ Πακτύη και Οτσαλάν, είναι ένα ζήτημα που δεν αποτελεί ατικείμενο της παρούσης δημοσιεύσεως).

4 σχόλια :

  1. Τρέχα γύρευε...

    Εγώ τώρα κόλλησα στο θέμα των χρησμών: Διότι αν οι θεοί τσαντίζονται και σου στέλνουν βλαβερούς χρησμούς, είχα κι εγώ ένα μέσον για να ξέρω τι πρέπει να κάνω, πάει, έχασε την αξοπιστία του!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Εντάξει, όσο υπάρχουν τα Ταρώ, θα βρίσκουμε πυξίδα.... :-)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Και τελικά, τον δόλιο τον Πακτύη οι Μυτηλινιοί τον παρέδωσαν στους Χιώτες που δεν είχαν τέτοιες αναστολές - αν και ικέτης στον ναό της Πολυάδος Αθηνάς πήγε πακέτο στους Πέρσες. Φυσικά η ανταμοιβή τους δεν ήταν και μικρή ! Ολόκληρη αποικία (τον Αταρνέα) τους χάρισαν οι Πέρσες , με μεγάλη παραγωγή σε σιτηρά , δημητριακά και πολύτιμα μέταλλα. Με τις χιλιάδες μάλιστα των διαθέσιμων δούλων δεν τους έκατσε κι άσκημα....

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. :-) Πάντα βρίσκονται κάποιοι πρόθυμοι, ε?

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Mi-la-re,
mi-la-re-si