Κάποτε, τα παλιά τα χρόνια, σε μια πόλη της μικρασίας, ο τοπικός ηγεμόνας έδειχνε με καμάρι τα λαμπρά και μεγαλειώδη τείχη της πόλεως, σ' έναν εξέχοντα Σπαρτιάτη που ήταν περαστικός από κείνα τα μέρη και φιλοξενούμενός του.
"Γαμάτα δεν είναι? Ε? Έχεις ξαναδεί τόσο μεγαλοπρεπή τείχη"? ρωτούσε ενθουσιασμένος ο τοπικός ηγεμόνας.
Αλλά ο Σπαρτιάτης φιλοξενούμενος, δεν έδειχνε να ψαρώνει με το μεγαλείο των τειχών. Κάποια στιγμή, μετά από μπόλικη σκέψη, ο Σπαρτιάτης απεφάνθη:
"Καλά, μιλάμε έχετε σούπερ-γουάου τείχη!!! Ούτε γυναίκες δεν θα μπορούσαν να φτιάξουν τόσο μεγαλειώδη τείχη!!!"
Ιστορικώς είναι βέβαιο ότι οι Σπαρτιάτες τιμούσαν τη γυναίκα περισσότερο από όσο οι υπόλοιποι γύρω τους. Επομένως, δεν υποτιμούσε τις γυναίκες με όσα είπε ο Σπαρτιάτης της ιστορίας μας. Κάτι άλλο εννοούσε.
Διότι το είχε πιάσει το νόημα του πολέμου ο Σπαρτιάτης: Είχε ψυλλιαστεί ότι η μόνη χρησιμότητα των τειχών, είναι να κάνουν εφευρετικότερους τους υποψήφιους κατακτητές.
Διότι τα τείχη είναι ένα αμυντικό κόλπο, δυνάμενο να παράσχει μια κάποια προσωρινή προστασία στα γυναικόπαιδα, που δεν κατέχουν την τέχνη του πολέμου. Όμως η προστασία αυτή, θα είναι μόνο προσωρινή. Δεν θα είναι αιώνια, ούτε η αντοχή των τειχών θα κρίνει την έκβαση του πολέμου.
Ο πόλεμος, κάθε είδους πόλεμος, δεν κρίνεται από τα αμυντικά κόλπα. Από τα -ένθεν και ένθεν- επιθετικά κόλπα κρίνεται. Και είναι η αποτελεσματική χρήση των επιθετικών κόλπων (και όπλων) που καθορίζει αν τελικά τα γυναικόπαιδα θα τη γλιτώσουν.
Όμως τα όπλα τα φοβάται ο κόσμος. Τα βαριέται.
Ξέρεις τι ανιαρό πράμα είναι να εκπαιδεύεσαι στα όπλα? Ξέρεις τι κουραστικό πράμα είναι να τα κουβαλάς? Ξέρεις τι κουραστικό πράμα είναι ο πόλεμος, αυτός ο "πατήρ των πάντων"?
Ο κόσμος δεν τον πάει τον "πατέρα των πάντων". Ο κόσμος προτιμά να φτιάχνει έναν άλλο, φανταστικό "πατέρα των πάντων", να τον ονομάζει "πατέρα παντοκράτορα" ή έστω "αέρα-πατέρα" (πράγμα σαφώς προτιμότερον και συμπαθέστερον δι' εμέ).
Και μετά, ο κόσμος αρέσκεται να φτιάχνει τείχη και να ζει σε μια αυταπάτη ασφάλειας.
Γενικά, ο κόσμος αρέσκεται να νιώθει γυναικόπαιδο.
Τα παλιά τα χρόνια, στην Ιερουσαλήμ αυτή τη φορά, οι εβραίοι (που δε φημιζόντουσαν για τις αρχιτεκτονικές τους αρετές -σε τσαντήρια ζούσαν οι άνθρωποι) αποφάσισαν να χτίσουν ένα φοβερό και τρομερό τείχος γύρω από την πόλη τους.
Το έχτισαν και ένιωσαν ασφαλείς.
Όμως ένας τυπάκος ονόματι ¨Τωβίας ο Αμμωνίτης" τους την είπε άσχημα:
"Καλά ρε μπαγλαμάδες", τους είπε. "Τόσο καραγκιόζηδες είστε? Δε βλέπετε ότι το τείχος που φκιάξατε είναι τόσο έτοιμόρροπη καραγκιοζαρία ώστε θα καταρρεύσει με το παραμικρό? Ότι ακόμα και μια αλεπουδίτσα αν ανέβει πάνω του, θα το γκρεμίσει"?
Εντάξει, πιθανότατα υπερέβαλλε λιγάκι ο τυπάκος ο Τωβίας ο Αμμωνίτης. Όμως την ουσία την είχε πιάσει: Οι άνθρωποι τη βρίσκουν όταν αμύνονται ηλιθιωδώς. Και αμύνονται ηλιθιωδώς, ακριβώς επειδή βαριούνται να πολεμήσουν.
Όταν οι Πέρσες κατηφόριζαν προς την Αθήνα για να αποκαταστήσουν την τάξη και να αποκαταστήσουν τον Ιππία, τον Ονομάκριτο και τ' άλλα καθάρματα, το μαντείο των Δελφών συμβούλεψε τους Αθηναίους: "Μάγκες, θα τη σκαπουλάρετε αν φτιάξετε ξύλινα τείχη".
Νιώθω βέβαιος ότι αρκετά ζωντόβολα Αθηναίοι θα τσάκωσαν επ' ώμου τσεκούρια και αλυσσοπρίονα και θα ξαμολήθηκαν στα ρουμάνια να μαζέψουν ξυλεία για τα τείχη.
Ευτυχώς υπήρξε ο Θεμιστοκλής που δεν ήταν ζωντόβολο, και ανθίστηκε ότι οι πόλεμοι και οι μάχες δεν κερδίζονται με τείχη, πόσο μάλλον με ξύλινα τείχη. Τέλοσπάντων, για να μην πάει κόντρα στην πλέμπα, τους έφτιαξε εκεί πέρα κάτι Μακρά Τείχη να'χουν να παίζουν, αλλά το βάρος το έριξε στην κατασκευή στόλου. Ονόμασε τα πλοία "ξύλινα τείχη" κι έτσι στάθηκε αποτελεσματικός και βγήκε νικητής αφενός, ενώ παράλληλα νόμιζε πως κανείς παπαδαριός της εποχής δεν μπορούσε να τον κατηγορήσει πως δεν ακολούθησε τη συμβουλή του μαντείου.
Σ' αυτό το τελευταίο, βέβαια, έπεσε έξω: Η πλέμπα, ναι μεν χάρηκε που νικήθηκαν οι Πέρσες, αλλά έχασε το ραχάτι της. Διότι που να τρέχουν να επανδρώνουν τις τριήρεις του στόλου... Πιο βολικά δεν θα ήταν αν ο Θεμιστοκλής αρκείτο στην κατασκευή ενός γαμάτου, τεμπέλικου ξύλινου τείχους? Άσε σου λέω, τους έβγαλε από το ραχάτι τους...
Και τον εξόρισαν στο τέλος (καλό κουμάσι κι ο λεγάμενος, μόλις τον εξόρισαν πήγε κι έγινε τοπάρχης και συνεργάτης των Περσών... Αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία).
Τέλος πάντων, με το πέρασμα του χρόνου οι Αθηναίοι ενίσχυσαν τα Μακρά Τείχη, κι άρχισαν να νιώθουν πολύ ασφαλείς.
Παπάρια ασφαλείς δηλαδή... Ήτοι, όταν ξέσπασε ο πελοπονησιακός πόλεμος, ναι μεν τα τείχη έκαναν τη δουλειά τους, αλλά τι να σου κάνουν τα τείχη όταν ξεσπάσει πανούκλα και χολέρα εντός τους... Άμα σε βάλει στο μάτι το θανατικό, τα τείχη ουδεμία προστασία σου παρέχουν...
Ώσπου, μια ωραία πρωία του 414 π.Χ. πάνω-κάτω, ο Σπαρτιάτης στρατηγός Λύσανδρος και οι συν αυτώ, νικήσανε τους Αθηναίους και τους ανάγκασαν να συνθηκολογήσουν και να φάνε στη μάπα για κάτι μήνες τους τριάκοντα τυράννους.
Οι βασικότεροι όροι της συνθηκολόγησης, είχαν να κάνουν με τα -πάσης φύσεως- τείχη των Αθηναίων:
Άρθρον πρώτον: Τα Μακρά Τείχη θα έπρεπε να γκρεμιστούν υπό τους ήχους της μουσικής των Spice Girls της εποχής.
Άρθρον δεύτερον: Τα "ξύλινα τείχη", ήτοι τα πλοία του στόλου της Αθήνας, θα έπρεπε να καούν -εκτός από δώδεκα. Το κάψιμο, θα συνοδευόταν από μουσική των Bananarama της εποχής.
Και πράγματι, ο Λύσανδρος "πολλὰς μὲν ἐξ ἄστεος μεταπεμψάμενος αὐλητρίδας, πάσας δὲ τὰς ἐν τῷ στρατοπέδῳ συναγαγών, τὰ τείχη κατέσκαπτε καὶ τὰς τριήρεις κατέφλεγε πρὸς τὸν αὐλόν, ἐστεφανωμένων καὶ παιζόντων ἅμα τῶν συμμάχων, ὡς ἐκείνην τὴν ἡμέραν ἄρχουσαν τῆς ἐλευθερίας".
Για τους Αθηναίους, μάλλον ήταν φρικτή εμπειρία το να ακούνε Spice Girls και Bananarama. Όμως το γκρέμισμα των τειχών (και το κάψιμο των ξύλινων τειχών) μάλλον τους ωφέλησε, δείχνοντάς τους το μάταιο των πραγμάτων.
Και την αστάθεια των τειχών.
Και τις υπόλοιπες ιδιότητες ων τειχών: Πιθανόν, ο Καβάφης εμπνεύστηκε το παρακάτω ποίημα από παλιό, λησμονημένο πλέον, λυπημένο σουξεδάκι που τραγουδούσαν οι Αθηναίοι στα σκυλάδικα, την ημέρα που τους κατέστρεφαν τα τείχη, την ίδια ημέρα που οι περισσότερο ψυλλιασμένοι την ονόμασαν υπαινικτικώς "ημέραν άρχουσαν της ελευθερίας" :
Τείχη
Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ
μεγάλα κ' υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.
Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.
Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη·
διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον.
Α όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω.
Αλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον.
Ανεπαισθήτως μ' έκλεισαν από τον κόσμον έξω.
Έχουν αυτή την ιδιότητα τα τείχη: Μερικές φορές -ήγουν τις περισσότερες- είναι συζητήσιμο εάν κρατάνε τον κόσμο μακριά σου, ή αν κρατάνε εσένα μακριά από τον κόσμο. Γενικά, πρόκειται για δύο πράγματα ταυτόσημα, μόνο που το ένα βλέπει το ποτήρι μισογεμάτο, ενώ το άλλο βλέπει το ποτήρι μισοάδειο.
Και εξαρτάται από τον ποιητή να μας διευκρινίσει την αλήθεια, όπως μόνο αυτός τη γνωρίζει.
Ας πούμε, ο Μιχάλης Κατσαρός, σε ένα ποίημα που κάθε άλλο παρά τυχαία έχει τον τίτλο "Δωριείς", (και το οποίο επίσης πιθανότατα αποτελούσε έντεχνο σουξεδάκι που τραγούδαγαν οι Αθηναίοι καθώς έβλεπαν να τους γκρεμίζουν τα τείχη), λέει τα εξής:
ΔΩΡΙΕΙΣ
Μπορούσα βέβαια να βρίσκομαι πρώτος
ανάμεσα στους οπλισμένους Δωριείς
ντυμένος την περιλάλητη αμφίεσή τους
όπως εκείνος που ποζάριζε σ’ ένα μουσείο
ακίνητος - θυμίζοντας ένδοξους καταρράκτες.
Μπορούσα βέβαια
κι όχι τυχαία.
Όμως σε τι θα ωφελούσε την υπόθεσή μας
όλη μου η μεγαλοπρέπεια
όλες μου οι φωνές μέσα στα τείχη.
Οι ποταμοί θα γύριζαν κύκλο στα περιθώριά μου
οι ελπίδες μου φτηνές παλιές πραμάτειες -
να υποκρίνομαι τον άθεο και τον καταλυτή
εγώ ο πιο ειλικρινής νέος με τα όνειρα
ο θερμός ανταλουσιάνος
μέσα σ’ αυτά τα απαίσια σίδερα της πανοπλίας.
Για τούτο παρέμεινα με τα κουρέλια μου
όπως με γέννησε η Γαλλική επανάσταση
όπως με γέννησε η απελευθέρωση των νέγρων
όπως με γέννησες μάνα μου Ισπανία-
ένας σκοτεινός συνωμότης.
Εκείνοι το κατάλαβαν πρώτοι -
τα σιδερένια χέρια τους λέγανε προσευχές
κατέλαβαν τη μια πόλη μετά την άλλη
άφηναν φρουρούς παντού
κλείναν τις πύλες
οι πέτρινες εντολές περιφέρονταν σε λιτανεία -
ώσπου στο τέλος με ξέχασαν.
Και τώρα - απέξω απ’ τα στρατεύματα
κοιτάζω την ένδοξη πόλη
όπου ράθυμα πόρνη και δυναμίτης -
κοιτάζω τούτη την πολη που την περικυκλώσαν
τα φρούρια
αυτή που με γέννησε και δεν έχει πια όνομα
δεν έχει αναμμένη φωτιά -
κοιτάζω κι υψώνω θεριό τη φωνή μου
μήπως μ’ ακούσουν.
Η κίνηση μέσα στα τείχη μας είναι σημαντική
Είναι σαφές το συμπέρασμα του ποιητή: Αυτό που έχει σημασία για την πόλη που τον γέννησε και που δεν έχει πια όνομα ούτε αναμμένη φωτιά (αν και εσχάτως η εν λόγω πόλη απέκτησε ξανά αναμμένη φωτιά), ΔΕΝ είναι η ύπαρξη (ή η μη-ύπαρξη) τειχών. Αυτό που έχει σημασία, είναι η κίνηση εντός των τειχών.Όσο υπάρχει κίνηση εντός των τειχών, υπάρχει και ελπίδα. Αν υπάρχει κίνηση εντός των τειχών, τότε και μόνο τότε τα τείχη έχουν αξία.
Ευχαριστώ που με διαβάσατε και γίνατε σοφότεροι.
Εμείς ευχαριστούμε φίλε που μας δίνεις τροφή για σκέψη.
ΑπάντησηΔιαγραφήίσως η ΚΑΛΎΤΕΡΗ ανάρτηση που έχω διαβάσει μέχρι ...σήμερα
ΑπάντησηΔιαγραφήμέχρι την επόμενή σου...
να σαι καλά φίλε!
και να γράφεις πάντα τόσο μεστά και όμορφα!
Αχ σύντροφε, μέγα θέμα άνοιξες μ' αυτά τα έρμα τείχη. Και να ήταν μόνο τα όσα ανέφερες πάει στην ευχή... Και να ήταν μόνο στις εποχές τις περασμένες, πάει στο διάολο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΒασικά είμαι υπέρ των τειχών κι ευθύς εξηγούμαι. Τα τείχη όσο κι αν εγκλωβίζουν σκέψεις και λογική σ' αναγκάζουν να σταθείς και να αντιμετωπίσεις τα όσα σε κυκλώνουν, θέλοντας και μη. Εντός τειχών εξασκείται η λογική εκτός τειχών εξουσιάζει το συναίσθημα. Τα εσκαμμένα ως γνωστόν καλύτερα να μην τα υπερβεί κανείς, αλλά πόση δόξα σ' αυτόν που θα τα υπερβεί, κι ας δεχτεί το λάδι, τις πέτρες τα βέλη και τ' ακόντια.
Την πρέπουσα τιμή λοιπόν στους επιτιθέμενους που μπροστά σε τείχη δε θα σταματήσουν και τρόπαιο στην κορυφή τους θα στήσουν και σπονδή στην ανδρεία των αμυνόμενων που δε θα εγκαταλείψουν πολεμίστρες και δε θα παρατηρούν ως βάρβαροι εκ του μακρόθεν, προτρέποντας θεούς και δαίμονες να βάλουν το χέρι και το πόδι τους, μαζί και την όποια σωτηρία...
Τα τείχη αλλάξαν το ρου της ιστορίας... Μπορούμε να τα εγκαταλείψουμε? Θαρρώ πώς όχι. Κι ας δηλώνουν βαρεμάρα και τεμπελιά. Πρέπει εκεί να βρίσκονται για να έχουν λόγο ύπαρξης όσοι αρέσκονται τα εσκαμμένα να περνούν...
Κι είναι λίγοι αυτοί που το τολμούν, δυστυχώς... Κι αν τα τείχη εκλείψουν, μαζί θα χαθούν κι οι τελευταίοι...
Οπότε, μέγα ΝΑΙ στην ύπαρξη τειχών, και πιο βροντερό ΝΑΙ στη διάβαση που στήνεται πάνω σ' εσκαμμένα. ;)
Καλημέρα ηλιόλουστη αν και παγωμένη.
Αγαπητέ, σε περιμένει ένα παιχνίδι αυστηρά εθελοντικής συμμετοχής! Αν θες πήγαινε εδώ: http://osholiastis.blogspot.com/2009/02/avatar.html
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτά και καλό απόγευμα :)
@Thodoris, σ' ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια!
ΑπάντησηΔιαγραφή@Yannis Zabetakis, προσπαθώ... προσπαθώ... και πάντα νιώθω την κάθε δημοσίευσή μου να τρέμει μπροστά στην ιδέα της επόμενης...
@Ναξ, όχι πως έχεις άδικο, αλλά διαφωνούμε ως προς το εξής: Εγώ λέω ότι τα τείχη ποτέ δεν άλλαξαν τον ρου της ιστορίας. Το πολύ να καθυστέρησαν τις εξελίξεις για λίγο. Η θρυλική Κερκόπορτα πάντως, αργά ή γρήγορα βρέθηκε, θυμίζοντας στους από μέσα ότι θα ήταν πιο ηρωικό αν βρισκόντουσαν απέξω...
@Σχολιαστά, η συμμετοχή μου να θεωρηθεί ως δεδομένη! (Τα 5 άτομα της σκυταλοδρομίας με προβληματίζουν λίγο, αλλά θα το βολέψω!!!)
:-)