ΜΕΡΜΗΓΚΟΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ...
Ήτοι,
"Three ants met on the nose of a man who was lying asleep in the sun. And after they had saluted one another, each according to the custom of his tribe, they stood there conversing.
The first and said, "These hills and plains are the most barren I have known. I have searched all day for a grain of some sort, and there is none to be found."
Said the second ant, "I too have found nothing, though I have visited every nook and glade. This is, I believe, what my people call the soft, moving land where nothing grows."
Then the third ant raised his head and said, "My friends, we are standing now on the nose of the Supreme Ant, the mighty and infinite Ant, whose body is so great that we cannot see it, whose shadow is so vast that we cannot trace it, whose voice is so loud that we cannot hear it; and He is omnipresent."
When the third ant spoke thus the other ants looked at each other and laughed.
At that moment the man moved and in his sleep raised his hand and scratched his nose, and the three ants were crushed".
ή, για να το εξελληνίσουμε το ζήτημα,
"Τρία μυρμήγκια συναντήθηκαν πάνω στην μύτη κάποιου που ξαπλωμένος κοιμόταν στον ήλιο. Αφού αλληλοχαιρετήθηκαν στάθηκαν να κουβεντιάσουν.
Το πρώτο μυρμήγκι είπε “αυτοί οι λόφοι και οι πεδιάδες είναι οι πιο γυμνόκαρπες από ότι έχω δει ποτέ μου. Έψαχνα ολημερίς ένα σποράκι και δεν βρήκα τίποτα.” Κι είπε το δεύτερο “ Κι εγώ τα ίδια. Αυτή ναι θαρρώ, κείνη που λεν οι συμπατριώτες μου μαλακή και κινούμενη γη που σε δαύτη τίποτα δεν φυτρώνει.”
Τότε το τρίτο μυρμήγκι, σήκωσε το κεφάλι του κι είπε: ”Φίλοι μου στεκόμαστε αυτή την στιγμή πάνω στην μύτη του υπερμύρμηγκα, του πανίσχυρου και άπειρου Μυρμηγκιού που το σώμα του είναι τόσο μεγάλο που δεν μπορούμε να το δούμε, που η σκιά του είναι τόσο απέραντη που δεν μπορούμε να την σκιαγραφήσουμε, που η φωνή του είναι τόσο βροντερή που να μην μπορούμε να την ακούσουμε χώρια που αυτός είναι και πανταχού παρών”.
Όταν το τρίτο μυρμήγκι μίλησε έτσι, τα άλλα αλληλοκοιτάχτηκαν και γέλασαν.
Και την ίδια εκείνη στιγμή ο άνθρωπος κουνήθηκε στον ύπνο του σήκωσε το χέρι του και έξυσε την μύτη του, και τα τρία μυρμήγκια γίνηκαν λιώμα.”
***
(Πρόκειται για μια ιστοριούλα από τον "Τρελλό" του λιβανεζοαμερικάνου ποιητο-συγγραφεο-φιλόσοφου Khalil Gibran. Άματις τυχόν υπάρχει κάποιος ελληνόφωνος που δεν ξέρει τον Χαλίλ Γκιμπράν -πολύ αμφιβάλλω- ε, του συνιστώ να τον μάθει το συντομότερο δυνατόν. Διότι, δικό μας παιδί ήταν και ο μακαρίτης: Από κίρρωση του ήπατος πήγε κι αυτός).
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Ο Θεός είναι μεγάλος και καβάλαει έναν τεράστιο ροζ ελέφαντα με κίτρινες βούλες!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑλήθεια σας λέω, το είδα τις προάλλες που είχα γίνει λιώμα!
Χεχεχε...
ΑπάντησηΔιαγραφή