ΕΝ ΑΝΑΜΟΝΗ ΤΗΣ ΕΙΣΟΔΟΥ ΣΤΟ 2010
(ήτοι λόγος για την Αταξία Των Άστρων)
Ω φτωχοί σατανάδες και τίμια ξαδέλφια μου, έχω μια γνώση εκλεκτική κι απόκρημνη και πλούσια από υλακές και φθίση, και η κοιλιά μου είναι αυθεντική και ζόρικη και ικανή να αποτρέπει τη γαλήνη και την εξουσία, και το τσιμπούκι μου αναδίνει την ανταρσία, και αισθάνομαι ένας ασυνεπής εισαγωγεύς ή γυαλάκιας ή γκρούμ ή σύζυγος ή συμπαθής ή στριπτηζέζ ή μαραθωνομάχος ή αλής ή αγελαδοτρόφος μακρυά από επιδόρπια και απομιμήσεις και από κάθε πιθανότητα τοματόζουμου στο ρομάντζο του Γαβριήλ μέσα στην καλούλα φυλακή μου όπου το σώμα μου κατέχει ένα γνώριμο και αγαπητό χάος κι όπου ένα υπερκόσμιο και θεϊκό φλας μου μαθαίνει τον πόλεμο.
Όταν στα πρώτα βήματα της δεκαετίας του 1980 έσκασε μύτη "Η Αταξία Των Άστρων" του Νώντα Σκιαδά, είχε όλα τα προσόντα να περάσει απαρατήρητη. Τουλάχιστον οι κατεστημένοι βιβλιάνθρωποι, ήταν πιθανότατο ότι θα την περνούσαν ντούκου. Κάποιος ωστόσο την ταξίδεψε ως τα χέρια του Λεωνίδα του Χρηστάκη, αυτός έγραψε ένα εγκωμιαστικό κείμενο στο Ιδεοδρόμιο, γεγονός που την έκανε γνωστή στα αντεργκράουντ έντυπα της εποχής, που με τη σειρά τους άρχισαν να την παρουσιάζουν την Αταξία -ή έστω απλώς να αναδημοσιεύουν το πιο πιασάρικο ποίημά της, το "Εν αναμονή της εισόδου στην ΕΟΚ".
Στενοχωριέμαι διότι δεν είμαι σε θέση να απευθυνθώ σε όλους τους κατοίκους του πλανήτη για να τους γνωστοποιήσω ότι εκείνο που υφαίνει τη σκλαβιά τους δεν είναι ένας λόγος όπως μας προτείνουν να πιστέψουμε οι εκδοχές εν κομψότητι ή εν δικαιοσύνη κι οι τροβαδούροι του κόμματος -άλογα, γραμμόφωνα και κολπίσκοι- μα είναι μια αιτία την οποία θα μπορούσε κάθε μικρό κοτόπουλο να διακρίνει στη γραβάτα του Ιωακείμ, παροτρύνσεις -νυστάζω-αχ -οι καιροί σας κι οι ομίχλες- κι οι θρησκείες που περνούν -να κουτσούλαγαν οι τσίχλες -όλους όσους κυνηγούν -καληνύχτα- οι ηγέτες και οι πίκλες -κι οι κουφοί που ευδαιμονούν -να πνιγόνταν με τις τσίχλες -όλοι όσοι τις μασούν -καληνύχτα, η τσίχλα τους κόλλησε στην ψυχή μου, χάππυ του σέϋ γκουτνάϊτ.
Μέχρι κι εμείς το είχαμε μπαλαντοποιήσει και το τραγουδάγαμε -σε ήχο πλάγιο δεύτερο- λάϊβ ανά τον Νέο Κόσμο κι όλοι με κοίταγαν και μου έλεγαν "τι σαχλαμάρες είναι αυτές που γράφεις" κι άντε να τους πείσω ότι δεν είναι δικό μου -βρε δεν πείθονταν λέμε- αλλά από την άλλη αναρωτιόμουν που έβλεπαν τις σαχλαμάρες -κάποια στιγμή το έβλεπαν τυπωμένο και πολύ το εκτιμούσαν κι αναγνώριζαν το μεγαλείο του πράγματος και ησύχαζα.
Ένα αποτρόπαιο απόγευμα οι εφτά (7) ουρανοί διαπληκτίζονταν στο βάθος του χρηματιστηρίου.
Είμαι η πουτάνα του βασιλιά.
Το ντέφι μου χτύπησε πάνω απ' τους κλαυθμηρισμούς και την ανεκτικότητα των λαών.
Οι υπουργοί εσωτερικών αφαίρεσαν μια συστάδα απ' τα σκέλια μου.
Υπνώτισαν τους φυγόμαχους τυχοδιώκτες.
Φύτεψαν διάφορες συγκινήσεις και ιδρώτες και γούστα, ενός ανδροπρεπή και ελληνοπρεπή βαθμού.
Πλήθος από ευλαβικούς φεβρουάριους ορθώνονται στα αλσύλλια και τα κουτά δάση.
Ψέμματα και ξωτικά πήζουνε σ' ένα συρμό από ασάφεια.
Οι ουρανοί κωπηλατούν κατά την Αππία.
Ο θεός αμφισβητεί την κλεψύδρα.
Δεν υπάρχει τίποτα άλλο παρά οι μπουρλοτιέρηδες που χασομερούν και χρησιμοποιούν το κομπολόϊ τους και χαζεύουνε τις βιτρίνες εκεί κάτω.
Το Νώντα τον είχα πρωτογνωρίσει κάτι χρόνια μετά, προς τα τέλη της δεκαετίας του '80. Είχε ήδη αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση και η κάτω βόλτα. Ερχόταν να πιεί κάνα καφέ στο χρυσοχοείο που βρισκόμουν τότε.
Τίποτα αξιοπρόσεκτο, αυτοί οι θνητοί που εργάζονται.
Κράταγε ακόμα κάμποση λάμψη, αλλά δεν είχε και μεγάλη σχέση με το θρύλο που μιλούσε για τον αρχηγό του συγκροτήματος "Νώντας και τα Σκυλιά Δεμένα" (ή κάπως έτσι).
Σε μια ποδοσφαιρική συνάντηση όπου προσήχθησαν οι ανοίξεις για να ζηλέψουν τον χορτοτάπητα, ο λαός φώναζε απανωτά και άκομψα: τη μπάλα αριστερά ρεεεεε. Όταν η μπάλα στράφηκε κατά κει αγορεύοντας τις ανάγκες της υδρογείου, ο αριστερός μέσος έκανε μια μαλακία και επανέφερε την τουρκοκρατία. Τότε ο διαιτητής έδειρε τη γυναίκα του.
Πάντως παρέμενε φλεγματικός, με θεωρούσε κι εμένα φλεγματικό και είχαμε συμφωνήσει ότι είμαστε δύο φλεγματικοί άνθρωποι -παρόλο που δε συνηθίζαμε να φτύνουμε και τόσο πολύ.
Ξημερώνει συνηθέστατα.
Κοντεύω να αντιταχθώ στην κακογουστιά των σοσιαλιστών.
Στοχάζομαι ότι το μοναδικό ουσιαστικό κίνητρο των επαναστάσεων ήταν η δράση.
Σκέφτομαι ότι η πείνα είναι μία ευγενική πρόφαση για τους διαδηλωτές.
Υποθέτω ότι οι μουσουλμάνοι αφήνουν τα παπούτσια τους έξω απ' τα τεμένη για να τα επιθεωρήσουνε αυτοί με τα καπέλα.
Νομίζω ότι το παλαιότερο και ασφαλέστερο άλλοθι για τους βομβιστές και τους ερωτευμένους είναι η ηδονή, όπως για τους μπουρλοτιέρηδες ήταν η δροσιά του Αιγαίου, βέβαια, κι όπως για τους αυτόχειρες είναι μια περιέργεια που θα υποσταθμιζόταν όσο η ζωή, αν έβλεπαν τον Πλούτωνα να φυλλομετράει τη φαρμακευτική ηχώ.
Τέλος πάντων, κάποια στιγμή ο Νώντας μου φαίνεται πως πέθανε -όλοι πεθαίνουμε κάποτε- αφού εν τω μεταξύ πρόλαβε να κυκλοφορήσει κι ένα θεατρικό που μου το είχε δώσει να το μελετήσω αλλά το οποίο απ' όσο θυμάμαι δεν με είχε εντυπωσιάσει.
Θα μου επιτρέψετε να σας κοροϊδέψω μ' ένα παρατσούκλι χωρίς συστατικά και ιστορία, και να συνεχίσετε, τρανά παπάκια μου και χρυσόμυγες, να κυνηγάτε ένα φωνητικό και να ερωτοτροπείτε με μια ομελέτα και να πιθανολογείτε γύρω απ' τις μαγουλάδες σας και να ψελίζετε ένα ξενικό τικ-τακ ή μελοδράματα και να ψεκάζετε τα όνειρά σας και να αλευρώνεστε με κάτι όσο να μη ξεφουρνίζετε τίποτα μια και στο γιλέκο σας δεν υπάρχει κάποιος σατανάς να σας οδηγήσει σε ένα έπος.
Ήμουν κι εγώ σε μια μανούρα να σώσω την ψυχή μου εκείνη την εποχή, και δεν το θυμάμαι καλά -Εδώ δε θυμάμαι καν για ποιό λόγο είχα φάει σκάλωμα να σώσω την ψυχή μου... Ήταν εποχή παρακμής -λίγο μετά κατέρρευσαν οι αξίες τόσου κόσμου και κοσμάκη.
ΝΙΦΑΔΕΣ ΤΑΞΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΥΠΟΣΧΕΣΕΩΝ
Μια παντομίμα έξω απ' τα όρια
Θα εφεύρω μια καινούργια ημερομηνία και ασύλληπτους χρωματισμούς
Θα προστάξω τις βροχές ν' αργήσουνε
Θα χρεώσω τα μπουρίνια στον καπερτάνιο και ξερνάω
θα ανακαλύψω μια φράση που ολόκληρη η μελαγχολία της να μου ανήκει και υψώνομαι
θα φτιάξω ένα φερότσε κι ένα μαύρο τυλίγοντας τις νότες μου σ' ένα τρίφυλλο εκτός ηλίου κι έχω φύγει μαζί με την παθιάρα μούσα της χρονίου ταξιδιωτικής.
Θα σας αγνοήσω
Τις προάλλες λοιπόν, συνειρμικά μου κατέβηκε να χρησιμοποιήσω το "Εν αναμονή της εισόδου στην ΕΟΚ" σε κάτι που έγραφα σε κάποιον. Άρχισα να ψάχνω τα βιβλία μου -ωιμέ. Τα περισσότερα βιβλία μου, τα ξεφορτώθηκα στην τελευταία μετακόμιση. Και, τι πιο απλό, είπα να το ψάξω στο ελληνόφωνο ίντερνετ.
Ε, τσιμπολόγοι της αγοράς και καυγατζήδες των πολέμων.
Ονειρεύομαι.
Σκασμός.
Το αποτέλεσμα ήταν απογοητευτικό: Έπεσα σε μαύρο σκότος.
Είτε εγώ δεν ξέρω να ψάχνω είτε το ίντερνετ δεν θυμάται την Αταξία Των Άστρων.
DEPEZINE
Ας φανερώσουμε το φινάλε. Θα μονολογήσουμε σ' ένα δρόμο χωρίς υδρορροές και χωρίς περιπτώσεις ανησυχίας χωρίς να εδραιώνουμε το εύλογο θα βιάσουμε το παν είναι ένα ξένο και παγερό τόπι όπου θ' αναζητήσουμε την αιχμή. Οι διαξιφισμοί μας θα χρησιμοποιήσουν την καλαισθησία και την τελειότητα. Θα μεγαλουργήσουμε και θα περπατήσουμε στο πέλαγος γυμνοί και αδαείς, χωρίς ελπίδα κι αντίδοτο.
Θα ερευνήσουμε τις μικρές απώλειες και υπόνοιες και κάθε ατέλεια του δείπνου. Θα εξαντλήσουμε κάθε ίχνος απόδειξης πάνω στις ασήμαντες ευθύνες μας και οι δικολαβισμοί μας θα εξουθενώσουνε κάθε έννοια και φόρμα. Θα μοιράσουμε τα αδέξια και γοερά τεχνάσματα, και κατά το βράδυ, όλοι εμείς οι μαλθακοί κυβερνήτες θα σιωπήσουμε ξανά στα νερά της καταστροφής και τη συνείδηση του τέλους.
Σε κάτι ψαγμένα βιβλιοπωλεία που έκανα νύξη μπας και έχουν το βιβλίο του από κεκτημένη ροπή προς την παλαιότητα, η απάντηση ήταν κάτι σε στυλ "ω ναι, ασφαλώς και το θυμάμαι, αλλά καλά κρασά μάστορα". Δικαίως ή αδίκως.
ΒΡΟΧΗ ΣΤΟΝ ΑΔΗ
Αχ, ψιχαλίζει
Σήμερα λοιπόν που πήγα στην Εθνική Βιβλιοθήκη, είπα να αφήσω προς το παρόν στην άκρη τους Έλληνες αναρχοσυνδικαλιστές των αρχών του εικοστού αιώνα, να κάνω ένα διαλειμματάκι και να βρω και την "Αταξία Των Άστρων", να βάλω εδώ κάνα αποσπασματάκι να υπάρχει.
Όχι τίποτ'άλλο, να θυμηθώ και τα νιάτα μου, διάολε...
Έπρεπε να γαμήσω στην ταράτσα διότι ο ουρανός ήτανε δυσαρεστημένος με την στέγαση του έρωτα. (...) Μετά έψαξα τον ουρανό πραγματοποιώντας την ασφαλέστερη προϋπόθεση για να μπω σε μπελάδες. Όταν οι κομμουνιστές κρεμαστούν με την κόκκινη γραβάτα τους για να σαβανωθούν με τη σημαία της ανακωχής τους. Όταν η φιλαρμονική στρίψει για ν' ακουστεί ότι οι αλλαντοπώλες δεν απέκτησαν το ταπεραμέντο λόγω του αλλαντοπωλείου μα το αλλαντοπωλείο λόγω του ταπεραμέντου. Μετά στο ρετιρέ του θανάτου αγκάλιασα τη Γη. Την άκουσα μουγγή επειδή αντηχούσε πολλάκις. Την ένιωσα νεκρή επειδή είχε κάμποσα χρόνια ακόμα να ζήσει.
Παραδόξως υπήρχε στην Εθνική Βιβλιοθήκη -πάντα νιώθω παράδοξο το ότι όλα τα βρίσκω εκεί- εδώ και δύο τουλάχιστον χρόνια κάνω δεήσεις σε υπερβατικά όντα μπας και τα πείσω να με κάνουν -χαριστικώς και δωρεάν- εθνικό βιβλιοθηκάριο κι αν τυχόν μου επιτρέπεται το κάπνισμα να με κλειδώσουν εκεί μέσα και απλώς να μου επιτρέπουν επισκεπτήριο τρίωρο δίπαξ της εβδομάδος. Έχουν πολλά να ιδούν τα μάτια μου. Φυσικά δεν πρόκειται η φυσική επιλογή να με αφήσει να πάρω τέτοιο δρόμο, αλλά ενδόμυχα το ονειρεύομαι να γίνω βιβλιοσκώληξ.
ΕΝ ΑΝΑΜΟΝΗ ΤΗΣ ΕΙΣΟΔΟΥ ΣΤΗΝ ΕΟΚ
Μέσα από μια ίσως φεγγαρόλουστη μπανιέρα
Μ' αμφισβητούσε μια πουτάνα μια Κίρκη μια θεά
Της άρεσαν τα πράγματα που μεγαλώνουν
Στο παντελόνι ενός σκληρού με μπλε ματιά
Άκουσα τότε να γελάει τον αέρα
Για ένα κομήτη με μασέλα μυωπία και σκεμπέ
Είδα τον πούτσο μου βαρύ και πένθιμο σαν κρεμασμένο κλόουν
Και τα τρελά της πόδια μυστικά σ' ένα αρνούμενο κοτλέ
Τότε έβρεξα στα πλύματά της μια φλογέρα
Για να σφυρίξω του βρακιού μου τα δεινά
Στη μύτη μου δυο σαπουνόφουσκες στεγνώνουν
Και τα τακούνια της ηχούνε στο βορρά
Ξύπνησα σόλο και χαρμάνης σε μια ξέρα
Στο εμβαδόν της νύχτας και τη διάρκεια ενός φυγόδικου κουπλέ
Στα δόντια μου οι φτερνίτες της μαγκώνουν
Κι η ποταπή κατούρλα της μου καίει το μπερέ
Γεννήθηκα κουτσός σε μια βεγγέρα
Με του κουτσού τα μάτια όταν φέρνει τα ποτά
Βλέπω τ' αρχίδια μου την ανημπόρια να σηκώνουν
Και τον σκληρό να της μετράει τα βυζιά
Ήμουνα κάποιος που του είπαν να υψώνει μια κυλόττα σαν παντιέρα
Με του φρουρού το βήμα όσο ο έρωτας χρειάζεται τα βογγητά στον καναπέ
Η στάχτη του τσιγάρου της στέκει στο μάγουλό μου
Για να μουτζουρωθούν τα δάκρυά μου στο Παλαί
Μες στο δωμάτιό μου υπάρχει μια φοβέρα
Και μία τρύπα για να μπαίνει η σκοτεινιά
Ήταν θεόρατα γυμνή κι υπτίως για να πνίξει τα ποντίκια που τεντώνουν
Κι ήμουν στο λούκι για να πείθω ένα κλειδί να μη λυγάει στην κλειδαριά
Θα είμαι εκεί για να μην είμαι εκεί πέρα
Όπου ο έρωτας θα σκάει μ' ένα κόκκινο κουπέ
Τα λόγια μου κι ο πυρετός μου θα φουσκώνουν
Για να χυθούν μ' ένα απόδημο εφφέ
Θα είμαι κει για να κοιτάζω τη χολέρα
Να ξεκινά για να επιστρέψει από ένα φόνο στις εννιά
Τότε που οι υπάλληλοι και τα καματερά ξαπλώνουν
Για να ονειρευτούν τα αυριανά αφεντικά
Χαρακτηρίζοντας τη σχέση που τυλίγει τον ταμία τη μοιχαλίδα και τη βέρα
Σαν μια λερωμένη μούσα των κτηνών στα ρετιρέ
Με τη συνείδηση εκείνων που σκοτώνουν
Για να απολαύσουνε του κερατά το πτώμα στο γκισέ
Σ' ένα γκισέ όπου ποζάρει μια έσχατη μητέρα
Για να ασταθούν οι κυβερνήσεις τα κεφάλια κι οι γυναίκες στο νοτιά
Όπου ορίζονται οι ταμίες σαν προμήθεια του νόμου
Για να μονάζει η ψωλή μου στ' ανοιχτά
Τώρα για ποιό λόγο τα μυαλά μου επιμένουν ότι το άνωθεν ποίημα της προαναφερθείσης Αταξίας Των Άστρων είναι διαχρονικής αξίας κι ότι κακώς έχει ξεχαστεί, ότι παραμένει κατάλληλο και αρμόδιο για τη νέα δεκαετία που ξεκινάει (αιώνιο αριθμολογικό πρόβλημα: ξεκινάει αύριο ή σε ένα χρόνο?), δεν ξέρω και θα σε γελάσω καλέ μου αναγνώστη. Ωστόσο η διαίσθησή μου σπάνια με γελάει -μια σπανιότητα που περιορίζεται στις στιγμές όπου πρέπει να επιλέξω νούμερα για το τζόκερ ή το λόττο.
ΔΕΗ
Εν αρχή ην το χάος.
Παραμένει ηλεκτροφωτισμένο.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Εντάξει, μου πήρες και το τελευταίο χλωρό εγλκεφαλικό κύτταρο που είχε απομείνει. Ηδονή!
ΑπάντησηΔιαγραφήΘυμήθηκα και μία ιστορία από τη σειρά "Η ζώνη του λυκόφωτος".
ΑπάντησηΔιαγραφήΒιλιοφάγος κλεινόταν στο χρηματοκιβώτιο της τράπεζας όπου εργαζόταν και διάβαζε σκαστός από τη δουλειά. Δε μπορούσε σπίτι να διαβάζει γιατί έπεφτε κόπανος από τη γυναίκα του. Μια μέρα που 'ταν κλεισμένος εκεί μέσα, έγινε πυρηνικός πόλεμος. Βγήκε και βρήκε ένα κόσμο κατεστραμένο. Η πρώτη ανακάλυψή του στα χαλάσματα ήταν τροφή. Ζωντανός κανείς. Η δεύτερη, ήταν βιβλία. Πολλά βιβλία. Αισθάνθηκε πλήρωση. Η απόλυτη ευτυχία. Μετά, σκόνταψε, έπεσε, έσπασαν τα γυαλιά του. Κι ήταν θεόστραβος...
:-(
ΑπάντησηΔιαγραφήΕφιαλτικό σενάριο... Το να βρίσκεται στην πηγή-που αναβλύζει-βιβλία ένας βιβλιοφάγος και να μην μην έχει τα γυαλιά του, είναι ένα σκαλί πιο χάλια από το να μην έχει πρωινό τσιγάρο ο θεριακλής να συνοδέψει τον πρωινό καφέ...
Ένα μόνο σενάριο θα μπορούσε να είναι εφιαλτικότερο: Ο βιβλιοφάγος να είναι και θεριακλής...
:-)
Βάλθηκες να με εξοντώσεις στο ψάξιμο. Αλήθεια ο Λαδιάς που πούλαγε με το κιλό υπάρχει;
ΑπάντησηΔιαγραφήΑχ φίλε prkls!!!!!!!!όπως όλες σου οι αναρτήσεις πολύ καλή...πολύ καλή.......και...
ΑπάντησηΔιαγραφήΕγώ -παρ'όλες τις δυσοίωνες προβλέψεις - αντιστέκομαι και εύχομαι από τα βάθη της καρδιά μου ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ
@Φώντα... δεν ξεύρω αν υπάρχει πλέον. Μου φαίνεται πάντως ότι υπάρχει, δεν ξέρω... (Τελικά, με το ψάξιμο βρήκες τίποτε?)
ΑπάντησηΔιαγραφή@Ντινάκι, εγώ εύχομαι (σε μας τους υπόλοιπους το εύχομαι, κατά βάθος) τη νέα χρονιά όχι απλά να συνεχίσεις να μας προσφέρεις καλαισθησία, αλλά -αν υπάρχει αυτή η δυνατότητα- να μας βάζεις κιόλας σ' ένα τζάμπο καλαισθησίας και να μας απογειώνεις!!!!
Και ναι, ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ!!!!!!
:-)
Αξιζε τον κοπο η αναζητηση φιλε μου.. ο ποιητης ειχε εμπνευση.... αγνοουσα την υπαρξη του, και ηταν κριμα και αδικο, αποκατεστησες μια αδικια.....
ΑπάντησηΔιαγραφήΑ.. καπως, ετσι, αρχισε αδελφε και "η ανταρσια των αγγελων" του Ανατολ Φρανσ.. απο καποιους...."αγγελους" που εγκλωβιστηκαν εκουσια σε μια βιβλιοθηκη... καλη χρονια ρε συ Συντ.. εστω και καθυστερημενα...
dikaiopolis o pelasgos
Να'σαι καλά Δικαιόπολη! Σ' ευχαριστώ!
ΑπάντησηΔιαγραφή:-)
Έλειπες ή εγώ το νομίζω?
ελειπα φιλε μου... την ειχα ¨"κανει" για το χωριο μου... εκει στις εκβολες του Αχεροντα... στο βασιλειο του ΑΪΔΩΝΕΑ... και αν σε φερει καμια φορα η τυχη προς τα κει... να μου το πεις...
ΑπάντησηΔιαγραφήΔικαιοπολης....