ΑΝΑ-ΓΝΩ-ΡΙΜΙΕΣ ΚΑΙ -ΣΕΙΣ
Κι άξαφνα, διαπέρασε τον τοίχο ο κυριος Μιχάλης, με κοίταξε με χαμογελαστό οίκτο, προχώρησε προς το μπαλκόνι, έβγαλε από την τσέπη ένα πλακέ μπουκαλάκι ουίσκι, τράβηξε μια τζούρα, πήγε να ρίξει μια ματιά στον κόσμο που περνούσε από κάτω, κοίταξε αγέρωχος την απέναντι πολυκατοικία κι άρχισε να απαγγέλλει:
Θα προσπαθήσω να δώσω το σχήμα μου/όπως συντρίβεται σε δυο λιθάρια/θα σκεφτώ υπόχρεος απέναντί σου/θα στήσω τη φοβερή ομπρέλα μου/με τις μπαλένες απ’ το πρόσωπό μου/μαύρη υγρή ακατανόητη/απ’ τον καιρό που ήτανε ασπίδα/που ήταν ταπεινό κυκλάμινο/και μια ρομφαία.
Θέλω να μιλήσω απλά για την αγάπη των ανθρώπων/και παρεμβαίνουν οι θύελλες/παρεμβαίνει το πλήθος/το στήθος μου/το τρομερό ηφαίστειο που λειτουργεί/κάτ’ από πέτρες.
Τα φριχτά ερωτήματα παραμένουν επίμονα/μαύρα υγρά ακατανόητα/παραμένουν επίσημα/ σαν σαρτεβάλια.
Οσο απ’ τις μικρές καλύβες να γελούν/όσο οι χωρικοί να μπαίνουν στα εργοστάσια/ο πύργος μας καίγεται
θ’ αφήσουν εποχή οι ένδοξες μέρες/όλα τ’ απόκρυφα χειρόγραφα θα επιστραφούν/από σοφούς και μάντεις.
Μετά το θέμα μας χάθηκε.
Δεν έχομε τίποτα να σας πούμε/έτσι που όλα προδοθήκανε/έτσι που όλα λύσαν τους αρμούς/από πίστη σε πίστη/από υπόγειο σε υπόγειο/από πρόσωπο σε πρόσωπο/δεν έχομε τίποτα να σας πούμε.
Βαθιά στις ρίζες του δέντρου σας/μαζί με τους τυφλοπόντικες/μαζί με τους καταποντισμένους πίθηκους/σε σκοτεινούς υποχθόνιους κρότους/ασθμαίνοντας μετατοπίζομαι
-ανακατωμένοι οι βρόγχοι- βαθιά στα ξερά λιβάδια σας πέφτει καινούργια αθόρυβη βροχή/όπου συντρίβει/όπου ανθίζει τα χέρια μας απ’ τις δικές σας πληγές/όπου γεμίζουν τ’ άδεια μας σταμνιά/κερί και μέλι.
Κάποτε θ’ ανεβούμε καθώς προζύμι/ο σιδερένιος κλοιός θα ραγιστεί/τα όρη σας όπως πυκνά σύννεφα θα χωριστούν/οι κόσμοι θα τρίξουν
στις έντρομες αίθουσες οι ρήτορες θα σωπάσουν/και θ’ ακουστεί η φωνή μου:
«Οι νέοι πρίγκιπες με σάλπιγγες και νέες στολές/οι νέοι συμβουλάτορες οι νέοι παπάδες/οι πρόεδροι και τα συμβούλια και οι επιτροπές/όλοι οι μάγοι προφεσόροι…»
Περιμένετε αυτή τη φωνή.
Ετσι θ’ αρχίζει.
Αποφάσισα πως αυτή τη φορά δεν επρόκειτο να του χαλάσω χατήρι! Για να το λέει αυτός, έτσι θ' αρχίζει! Θα το κανονίσω ν' αρχίζει έτσι!
Ξάπλωσα λίγο στον καναπέ να το σχεδιάσω το πράγμα, ώσπου μυστηριωδώς ο καναπές άρχισε να μετασχηματίζεται σε δερμάτινη πολυθρόνα, σύντομα βρέθηκα καθιστός σ' ένα διαμέρισμα κάπου στη Δεξαμενή, να έχω απέναντί μου το γιατρό μου. Γιατρέ μου, του λέω, θέλω να γράψω και δεν ξέρω τι και πως. Έχεις καμιά ιδέα?
Συνέχισε, μου λέει, αλλά εγώ δεν συνέχισα. Απλά συνέχισα να τον κοιτάω, μέχρι που του έσπασα τα νεύρα, τον έκανα να σκεφτεί ότι έτσι στα μουγκά θα περνούσε το επόμενο μισάωρο (είναι απειλητικό πράμα η προπληρωμένη σιωπή) κι αποφάσισε πως ήταν καιρός να με καθοδηγήσει. Όμως μια σκέψη τον τάραξε:
Κύριε Συντ, υποτίθεται πως θα σας γνωρίσω σε τρία χρόνια μετά από αυτή την εποχή. Αλλά ακούστε τι σκέφτομαι αυτή την περίοδο σε σχέση με το συγγραφέα του μέλλοντος:
Kιόλας τον διακρίνω μόλις μακρυά στον ορίζοντα αυτόν τον παράξενο συγγραφέα· κι όμως μπορώ με σιγουριά από τώρα να σας βεβαιώσω οτι θα είναι, αυτός μόνον, ικανός να τεντώσει τόσο πολύ την ακτίνα δράσης του, ώστε να καταφέρει να δραματοποιήσει, να ιστορήσει πράγματα, τα οποία μέχρι τώρα κανένας από τους μυθιστοριογράφους μας δεν τόλμησε να γράψει· ούτε καν διανοήθηκε οτι, προπάντων, γι' αυτά τα πράγματα θα έπρεπε να μιλήσει: πώς ακούγεται η δύναμη της μουσικής, πώς βλέπονται τα οράματα, τι είναι αισθησιασμός· τί είναι δένδρο, χρώμα. Πώς μπορείς όχι με τα μάτια αλλά με το άγγιγμα να αισθανθείς το πλήθος· πώς είναι, πώς ζουν εκείνοι που εντελώς ανεξήγητα μισούν και πεθαίνουν από τις βασανισμένες τους κακίες.
Μα αυτό είναι κάτι καινούργιο, δεν είναι? Είναι! (ρώτησα και απάντησα).
Αυτός απτόητος συνέχισε:
O νέος λόγος είναι Tραχύς, Mνησίκακος, Θυμωμένος και οργανώνει την αισθητική του σε χώρους άλλους. Aγνώριστους, αχαρτογράφητους, πατρώους - αλλά όχι πατρικούς. Eίναι υποχρεωμένος να αναπαράγει στην γλώσσα τις βαθειές, όσο και ασταθείς δομές της ανθρώπινης Φαντασίωσης.
H γλώσσα του ανθρώπου είναι θλιβερά κατάφορτη από λεκτικούς αυτοματισμούς - και ο δικός μου τρόπος να μιλώ είναι να τους διαλύω, για να μπορεί να λειτουργεί χωρίς εμπόδιο η ουσιώδης πραγματικότητα της γλώσσας, που είναι η συνείδηση.
Kοιτάξτε αυτούς τους νεαρούς των δεκαπέντε-δεκαεφτά χρονών. Kοιτάξτε τους καλά. Προσέξτε την Kατήφειά τους. Tην νευρική τους απάθεια, την σιωπή τους, την δύσαρθρη ομιλία τους, την δύσθυμη σκληρότητά τους. Προσέξτε πόσο Aκίνητος είναι αυτός ο Nέος Άνθρωπος. Πόσον Aμίλητο Φόνο κουβαλάει μέσα του. Kι αν ακόμα δεν είναι αυτοί ο Συναγερμός, θα έρθουν παιδιά και έφηβοι που θα είναι προορισμένοι για τον Nέο Λόγο. Aπλά, για τον Λόγο. Για λέξεις που ποτέ δεν διαπράχθηκαν, για νοήματα που ποτέ δεν ορθολογήθηκαν, για εικόνες που ποτέ δεν μιλήθηκαν.
Φοβηθείτε τους.
Μα, τι να φοβηθώ? Φίλοι μου δεν είναι? πήγα να ρωτήσω, αλλά μπούκαρε στο δωμάτιο με το γραφείο ένας κουστουμαρισμένος κύριος που άρχισε να με μου τη λέει σε στυλ
Συντ, Συντ, τα πολλά σε γράμματα εις μανίαν περιτρέπει.
Σπάστηκα, είναι η αλήθεια, αλλά του απάντησα πως ού μαίνομαι αλλ' αληθείας και σωφροσύνης ρήματα αφουγκράζομαι.
Όπως και να'χει το πράμα, η μαγεία είχε χαθεί. Οι εκλεκτοί παρευρισκόμενοι, ο Κατσαρός κι ο Χειμωνάς, είχαν κι εκείνοι σπαστεί και ξεκίνησαν νωχελικά να κάνουν τα πρώτα βήματα για το υπερπέραν αφήνοντάς μου αμανάτι τους Σαδουκαίους του ο ένας και το Ποιόν Φοβάται η Βιρτζίνια Γουλφ ο άλλος.
Θα τα μελετήσω κάποια στιγμή. Θα τα μελετήσω συστηματικότερα απ' ό,τι τα έχω μελετήσει. Ίσως ξεκινώντας από αυτό το Σουκουδάκιον.
Μπορεί και να γράψω κάτι, Μουσών συνεργουσών.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
οι σημερινοί κουστουμαρισμένοι είναι οι αυριανοί παπάδες.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚλείτωρ, είναι και αυτό, αλλά είναι και σημερινοί παπάδες και θεράποντες της cult του κουστουμαρίσματος!
ΑπάντησηΔιαγραφή:-)
ναι αλλά σε φάση πρόβας είναι τώρα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΉτοι προβάρουν (ή μήπως ακόμα συλλέγουν) τα συμβόλαια της μελλοντικής τους εκκλησιαστικής περιουσίας, τα χρυσοποίκιλτα άμφια και ράμφια και λιλά λιλιά της επερχόμενης δόξας τους, διακονούν διακονιάρηδες κατάλληλους για το έργο της επερχόμενης αυτοστολικής διακονίας?
ΑπάντησηΔιαγραφήΜα δεν είδαν τα πολυκαταστήματα της φραγκοραπτικής να καίγονται? Δεν μύρισαν το επερχόμενο μέλλον των κουστουμιών τους?
τα είδαν. Για να μην πω τα πως τα προκάλεσαν κιόλας για να μετρούν τις αντιδράσεις.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚλείτωρ, μου θυμίζει συνωμοσιολογία...
ΑπάντησηΔιαγραφή:-)
περί της τακτικής τους πρόκειται όπως και αν την ονομάσεις. Εγώ την λέω "ελεγχόμενη έκρηξη"
ΑπάντησηΔιαγραφή