ΥΠΟ ΕΡΓΟΝ
ΜΑΡΜΑΙΡΕΙ ΔΕ ΜΕΓΑΣ ΔΟΜΟΣ
ΧΑΛΚΩΙ, ΠΑΙΣΑ Δ' ΑΡΗΙ ΚΕΚΟΣΜΗΤΑΙ ΣΤΕΓΑ
ΛΑΜΠΡΑΙΣΙΝ ΚΥΝΙΑΙΣΙ, ΚΑΤ
ΤΑΝ ΛΕΥΚΟΙ ΚΑΤΕΠΕΡΘΕΝ ΙΠΠΙΟΙ ΛΟΦΟΙ
ΝΕΥΟΙΣΙΝ, ΚΕΦΑΛΑΙΣΙΝ ΑΝΔΡΩΝ ΑΓΑΛΜΑΤΑ.
ΧΑΛΚΙΑΙ ΔΕ ΠΑΣΣΑΛΟΙΣ
ΚΡΥΠΤΟΙΣΙΝ ΠΕΡΙΚΕΙΜΕΝΑΙ
ΛΑΜΠΡΑΙ ΚΝΑΜΙΔΕΣ, ΑΡΚΟΣ ΙΣΧΥΡΩ ΒΕΛΕΟΣ,
ΘΟΡΡΑΚΕΣ ΤΕ ΝΕΩ ΛΙΝΩ
ΚΟΙΛΑΙ ΤΕ ΚΑΤ ΑΣΠΙΔΕΣ ΒΕΒΛΗΜΕΝΑΙ.
ΠΑΡ ΔΕ ΧΑΛΚΙΔΙΚΑΙ ΣΠΑΘΑΙ,
ΠΑΡ ΔΕ ΖΩΜΑΤΑ ΠΟΛΛΑ ΚΑΙ ΚΥΠΑΣΣΙΔΕΣ.
ΤΩΝ ΟΥΚ ΕΣΤΙ ΛΑΘΕΣΘ', ΕΠΕΙ ΔΗ
ΠΡΩΤΙΣΘ' ΥΠΟ ΕΡΓΟΝ ΕΣΤΑΜΕΝ ΤΟΔΕ
που πα να πει
Λάμπει η μεγάλη αίθουσα
από χάλκινα όπλα. Όλη η στέγη έχει στολιστεί για χάρη του Άρη
με λαμπρές περικεφαλαίες.
Από την κορυφή τους λευκές φούντες από αλογότριχες
γέρνουν προς τα κάτω, στις κεφαλές των ανδρών
όμορφα στολίδια, καμωμένες από χαλκό,
τοποθετημένες ολόγυρα, κρύβουν ξυλόκαρφα
οι ωραίες περικνημίδες, αμυντήριο όπλο για χτύπημα ισχυρό
κι ακόμα θώρακες από καινούργιο λινό ύφασμα
και κοίλες ασπίδες αφημένες κατά γης.
Δίπλα χαλκιδικές σπάθες
και πολλές περισκελίδες και χιτώνες κοντοί.
Αυτά δεν είναι δυνστόν να τα ξεχάσουμε, αφού
τώρα πια αναλάβαμε αυτό τον αγώνα.
Αλκαίος φίλε αναγνώστη. Από τη Λέσβο. Σύγχρονος της Σαπφούς και του Πιττακού -με τον οποίο πάντως ήταν πολιτικοί αντίπαλοι. Το ανωτέρω ποίημα ανήκει στα “στασιωτικά” του ποιήματα, τα οποία είναι ό,τι η λέξη “στασιωτικά” εννοεί.
“Από την περιγραφή των όπλων εικάζεται από τους μελετητές ότι το ποίημα γράφτηκε στις παραμονές κάποιας μάχης...
...Από την περιγραφή απουσιάζουν τελείως τα “τηλέμαχα όπλα”. Το πρόσεξαν αυτό ήδη οι φιλόλογοι και δίνουν τη δική τους ερμηνεία. Αν πράγματι έλειπαν απ' την αίθουσα τα τηλέμαχα όπλα ή πρόκειται για έναν ποιητικό τρόπο προβολής της πολεμικής αρετής του ίδιου του ποιητή, που προτιμά να μάχεται “εκ του συστάδην”, στήθος με στήθος, με μόνο φονικό όπλο τη χαλκιδική σπάθα του, μόνο να το εικάσουμε μπορούμε. Το βέβαιο είναι ότι ο ποιητής είναι άνδρας του “έργου”, νέος γεμάτος ορμή, ανήσυχος και δραστήριος. Κάνει λόγο για τον δικό του οπλισμό, που τον κοιτάζει με χαρά και διάθεση αγωνιστική. Αφού το περιεργάσθηκε είναι έτοιμος να φορέσει και πάλι την πανοπλία του, συνεπής προς τον αγώνα που έχει αναλάβει μαζί με άλλους. Έτσι έζησε ο Αλκαίος: Παρών στην επικαιρότητα και συμμέτοχος σε σημαντικές στιγμές της πόλης του”.
(Η τελευταία παράγραφος, όπως και η μετάφραση του ποιήματος, είναι του Ιωάννη Μπάρμπα, από το βιβλίο του “Λυρική ποίηση – Λυρικών λόγος και ιστορική πράξη” των εκδόσεων “Ζήτρος”).
ΜΑΡΜΑΙΡΕΙ ΔΕ ΜΕΓΑΣ ΔΟΜΟΣ
ΧΑΛΚΩΙ, ΠΑΙΣΑ Δ' ΑΡΗΙ ΚΕΚΟΣΜΗΤΑΙ ΣΤΕΓΑ
ΛΑΜΠΡΑΙΣΙΝ ΚΥΝΙΑΙΣΙ, ΚΑΤ
ΤΑΝ ΛΕΥΚΟΙ ΚΑΤΕΠΕΡΘΕΝ ΙΠΠΙΟΙ ΛΟΦΟΙ
ΝΕΥΟΙΣΙΝ, ΚΕΦΑΛΑΙΣΙΝ ΑΝΔΡΩΝ ΑΓΑΛΜΑΤΑ.
ΧΑΛΚΙΑΙ ΔΕ ΠΑΣΣΑΛΟΙΣ
ΚΡΥΠΤΟΙΣΙΝ ΠΕΡΙΚΕΙΜΕΝΑΙ
ΛΑΜΠΡΑΙ ΚΝΑΜΙΔΕΣ, ΑΡΚΟΣ ΙΣΧΥΡΩ ΒΕΛΕΟΣ,
ΘΟΡΡΑΚΕΣ ΤΕ ΝΕΩ ΛΙΝΩ
ΚΟΙΛΑΙ ΤΕ ΚΑΤ ΑΣΠΙΔΕΣ ΒΕΒΛΗΜΕΝΑΙ.
ΠΑΡ ΔΕ ΧΑΛΚΙΔΙΚΑΙ ΣΠΑΘΑΙ,
ΠΑΡ ΔΕ ΖΩΜΑΤΑ ΠΟΛΛΑ ΚΑΙ ΚΥΠΑΣΣΙΔΕΣ.
ΤΩΝ ΟΥΚ ΕΣΤΙ ΛΑΘΕΣΘ', ΕΠΕΙ ΔΗ
ΠΡΩΤΙΣΘ' ΥΠΟ ΕΡΓΟΝ ΕΣΤΑΜΕΝ ΤΟΔΕ
που πα να πει
Λάμπει η μεγάλη αίθουσα
από χάλκινα όπλα. Όλη η στέγη έχει στολιστεί για χάρη του Άρη
με λαμπρές περικεφαλαίες.
Από την κορυφή τους λευκές φούντες από αλογότριχες
γέρνουν προς τα κάτω, στις κεφαλές των ανδρών
όμορφα στολίδια, καμωμένες από χαλκό,
τοποθετημένες ολόγυρα, κρύβουν ξυλόκαρφα
οι ωραίες περικνημίδες, αμυντήριο όπλο για χτύπημα ισχυρό
κι ακόμα θώρακες από καινούργιο λινό ύφασμα
και κοίλες ασπίδες αφημένες κατά γης.
Δίπλα χαλκιδικές σπάθες
και πολλές περισκελίδες και χιτώνες κοντοί.
Αυτά δεν είναι δυνστόν να τα ξεχάσουμε, αφού
τώρα πια αναλάβαμε αυτό τον αγώνα.
Αλκαίος φίλε αναγνώστη. Από τη Λέσβο. Σύγχρονος της Σαπφούς και του Πιττακού -με τον οποίο πάντως ήταν πολιτικοί αντίπαλοι. Το ανωτέρω ποίημα ανήκει στα “στασιωτικά” του ποιήματα, τα οποία είναι ό,τι η λέξη “στασιωτικά” εννοεί.
“Από την περιγραφή των όπλων εικάζεται από τους μελετητές ότι το ποίημα γράφτηκε στις παραμονές κάποιας μάχης...
...Από την περιγραφή απουσιάζουν τελείως τα “τηλέμαχα όπλα”. Το πρόσεξαν αυτό ήδη οι φιλόλογοι και δίνουν τη δική τους ερμηνεία. Αν πράγματι έλειπαν απ' την αίθουσα τα τηλέμαχα όπλα ή πρόκειται για έναν ποιητικό τρόπο προβολής της πολεμικής αρετής του ίδιου του ποιητή, που προτιμά να μάχεται “εκ του συστάδην”, στήθος με στήθος, με μόνο φονικό όπλο τη χαλκιδική σπάθα του, μόνο να το εικάσουμε μπορούμε. Το βέβαιο είναι ότι ο ποιητής είναι άνδρας του “έργου”, νέος γεμάτος ορμή, ανήσυχος και δραστήριος. Κάνει λόγο για τον δικό του οπλισμό, που τον κοιτάζει με χαρά και διάθεση αγωνιστική. Αφού το περιεργάσθηκε είναι έτοιμος να φορέσει και πάλι την πανοπλία του, συνεπής προς τον αγώνα που έχει αναλάβει μαζί με άλλους. Έτσι έζησε ο Αλκαίος: Παρών στην επικαιρότητα και συμμέτοχος σε σημαντικές στιγμές της πόλης του”.
(Η τελευταία παράγραφος, όπως και η μετάφραση του ποιήματος, είναι του Ιωάννη Μπάρμπα, από το βιβλίο του “Λυρική ποίηση – Λυρικών λόγος και ιστορική πράξη” των εκδόσεων “Ζήτρος”).
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Mi-la-re,
mi-la-re-si